-
1 δῶρον
δῶρον, τό (δίδωμι), 1) Gabe, Geschenk, bes. Ehrengeschenk, von Hom. an überall; man sagt gew. δῶρα διδόναι, λαβεῖν; τινός, Geschenke, die einer giebt, z. B. ϑεῶν, was von den Göttern herrührt, die Fügungen derselben; Il. 20, 265 Od. 18, 142; insbesondere Ἀφροδίτης, Κυπρίας, Liebreiz, Liebesgenuß; Il. 3, 64; Hes. Sc. 47; Pind. N. 8, 12; τὰ τῶν Μουσῶν καὶ Ἀπόλλωνος δῶρα, von der Dichtkunst, Plat. Legg. VII, 796 e; vielleicht ist so auch der Ausdruck ὕπνου δῶρον ἕλοντο zu erklären, Iliad. 9, 713 Odyss. 19, 427, das Geschenk des personificirten Gottes Hypnos; es kann jedoch auch ὕπνου genitiv. definitiv. sein, wie arbor abietis, so daß der ὕπνος eben selber das δῶρον wäre; – das den Göttern dargebrachte Weihgeschenk, Il. 6, 293. 8, 203; Plat. Euthyphr. 15 a vrbdt τὰ παρ' ἡμῶν τοῖς ϑεοῖς δῶρα. – Abgabe, Steuer, Iliad. 17, 225. – In att. Gerichtssprache δώρων γραφή, Klage wegen Bestechung, ὁπότε τις αἰτίαν ἔχει τῶν πολιτευομένων δῶρα λαβεῖν, Harpocr.; δώρων δίωξις Plut. Per. 10; dah. δώρων ἑλεῖν, Jemanden der Bestechung überführen. Ar. Nubb. 591; ὀφλεῖν, Andoc. 1, 74; ἐκρίϑησαν Lys. 273. – 2) = παλαιστή, die Breite der flachen Hand, als Längenmaaß, Nic. Th. 348; Poll. 2, 157.
-
2 δῶρον
δῶρον, τό ( δίδωμι), (1) Gabe, Geschenk, bes. Ehrengeschenk; δῶρα διδόναι, λαβεῖν; τινός, Geschenke, die einer gibt; ϑεῶν, was von den Göttern herrührt, die Fügungen derselben; insbesondere Ἀφροδίτης, Κυπρίας, Liebreiz, Liebesgenuss; τὰ τῶν Μουσῶν καὶ Ἀπόλλωνος δῶρα, von der Dichtkunst; ὕπνου δῶρον ἕλοντο, das Geschenk des personifizierten Gottes Hypnos; das den Göttern dargebrachte Weihgeschenk. Abgabe, Steuer. In Gerichtssprache δώρων γραφή, Klage wegen Bestechung; dah. δώρων ἑλεῖν, j-n der Bestechung überführen. (2) = παλαιστή, die Breite der flachen Hand, als Längenmaß
См. также в других словарях:
Delphische Maximen — Delta Inhaltsverzeichnis 1 Δαιδάλου πτερά 2 Δαμόκλειος σπάθη … Deutsch Wikipedia
Furcht und Schrecken — Delta Inhaltsverzeichnis 1 Δαιδάλου πτερά 2 Δαμόκλειος σπάθη … Deutsch Wikipedia
Liste griechischer Phrasen/Delta — Delta Inhaltsverzeichnis 1 Δαιδάλου πτερά … Deutsch Wikipedia
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
προσκομιδή — η, ΝΜΑ [προσκομίζω] 1. η πράξη τού προσκομίζω, η προσαγωγή 2. προσφορά 3. αυτό που προσκομίζεται 4. εκκλ. α) η μεταφορά τών τιμίων δώρων από την Πρόθεση στην Αγία Τράπεζα β) (με ευρύτερη σημ.) η πρόθεση και η ιδιαίτερη ακολουθία, κατά την οποία,… … Dictionary of Greek
βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek